Σε πολλές περιοχές της χώρας ο πληθυσμός του «αγριόχοιρου» (η λέξη επιβάλλεται πλέον μέσα σε εισαγωγικά) βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Αυτό που επίσης παρατηρείται είναι ότι μεγαλύτεροι πληθυσμοί επικρατούν σε ημιορεινές, αλλά και πεδινές περιοχές, παρά σε ορεινούς όγκους όπου επικρατούσε το είδος του αγριόχοιρου. Βέβαια, η αύξηση αυτή - η οποία και οδήγησε τελευταία σε ένα αυξανόμενο αριθμό του ορίου καρπώσεως έως τα 10 άτομα ανά έξοδο, όπως κατά καιρούς έχουμε επισημάνει οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, με κυριότερο αυτόν του υβριδισμού. Όσο και να θέλουμε να προάγουμε την δραστηριοποίηση των κυνηγετικών οργανώσεων που σαφώς συμβάλλουν καθοριστικά με διάφορες ενέργειες όπως: βελτίωση βιοτόπων, απαγορεύσεις περιοχών ορισμένης χρονικής διάρκειας, θηροφύλαξη κ.ο.κ, θα πρέπει να αποδεχτούμε και την πραγματική αλλά και βασική αιτία του προβλήματος.
Ακόμη και οι πιο απλοί άνθρωποι της υπαίθρου είναι σε θέση πια να αντιληφθούν μόνο από τον ποικίλο φαινότυπο αυτών των ζώων που συναντούν σε πολλές περιοχές της χώρα, πως σε καμία περίπτωση δεν παραπέμπουν στο είδος του αγριόχοιρου όπως το ήξεραν και όσοι φυσικά είχαν την τύχη να το γνωρίσουν. Το ίδιο το κράτος το οποίο συνετέλεσε στο μεγαλύτερο ποσοστό στη δημιουργία της υπάρχουσας κατάστασης, αφού, μέσω προγραμμάτων επιδοτήσεων βιολογικής κτηνοτροφίας ωφελούσε τους κτηνοτρόφους οπουδήποτε δίχως κανέναν έλεγχο για τήρηση των προβλεπόμενων κανονισμών, τελευταία, καλείται και να αντιμετωπίσει το γεγονός.
Η όποια παράταση (χρονικά-χωρικά) του κυνηγιού που τα τελευταία χρόνια συζητείται καθώς τα υβρίδια επιφέρουν ζημιές σε πολλές περιοχές της χώρας στους αγρότες, θα ωφελούσε κατά ένα μέρος στην αντιμετώπιση του πληθυσμού τους, καθώς αυτά ευθύνονται για την προαναφερόμενη κατάσταση (καταστροφή σοδειών) αλλά και για την όποια ανώμαλη συμπεριφορά παρουσιάζεται όπως, συχνές επιθέσεις και τραυματισμοί κυνηγών -κυνηγόσκυλων, γενικότερη απάθεια προς την ανθρώπινη παρουσία, εγκατάσταση και αναπαραγωγή κοντά σε αστικές περιοχές, μόλυνση σε παροχές τροφοδοσίας νερού, μετάδοση ασθενειών στα εναπομείναντα υγιή άτομα αγριόχοιρων, αισθητική υποβάθμιση κ.λ.π.
Το ζήτημα, όμως, είναι να δίνεται συνέχιση του κυνηγίου οποιαδήποτε εποχή του χρόνου, αυστηρώς, εκεί που εντοπίζεται η ύπαρξη τους (υβρίδια) προκειμένου αυτά να εξαλειφθούν. Εξάλλου, ούτε το ηθικό κομμάτι περί κυοφορίας τους την εποχή της άνοιξης θα πρέπει να λαμβάνεται ως παράγοντας αποτροπής της θήρας τους, αφού τα υβρίδια δεν έχουν σταθερό κύκλο οίστρου και ζευγαρώνουν οποιαδήποτε εποχή του χρόνου, αλλά και επειδή όπως είπαμε δεν τίθεται κανένα θέμα προστασίας της διαιώνισης τους. Στην διαχείριση δεν χωράνε συναισθηματισμοί, αλλά επιδιωκόμενος στόχος. Όσο παραμένουν ανεξέλεγκτα στο περιβάλλον θα αποτελούν εστίες γενετικής μόλυνσης και με κίνδυνο κατάρρευσης ολόκληρης της οικολογικής ισορροπίας χιλιάδων ετών. Τουναντίον, στις περιοχές όπου υπάρχουν ακόμη καλά γενετικά ζώα, η φύλαξη και η διατήρηση τους επιβάλλεται. Χωρίς, ωστόσο, να έχει προηγηθεί η όποια επιστημονική μεθοδολογία για να γνωρίζουμε με ποια ζώα τελικά έχουμε να κάνουμε, δεν μπορούμε να απλοποιούμε τα πράγματα και να προβαίνουμε σε βιαστικές λύσεις.
Να επισημάνουμε, δε, πως οι αγριόχοιροι δεν υπήρξαν ποτέ σε τόσο χαμηλά υψόμετρα όπως αυτά στα οποία παρουσιάζονται (αλλά και αναπαράγονται) σήμερα, δηλαδή σε κάμπους και πεδινές περιοχές, και, αν ποτέ κάποιος άγριος πληθυσμός, λόγω διαφόρων συνθηκών, μετακινούνταν - προσωρινά - προς τα εκεί, δεν επέφερε ποτέ σοβαρές ζημιές σε καλλιέργειες.
Ακόμη και παλιότερα που οι κυνηγοί αυτού του θηραματικού είδους ήταν ελάχιστοι, ο πληθυσμός του δεν υπήρξε σε μεγάλη ποσοστιαία αύξηση, καθώς η φύση ήξερε να κρατά τις ισορροπίες. Ακόμα, όμως, κι αν η διαχείριση της κατάστασης ανατεθεί στους κυνηγούς, με τις όποιες προτάσεις εισηγούνται, άμεση λύση του προβλήματος δεν θα επέλθει.
Οι λόγοι είναι πολλοί. Καταρχάς υπάρχουν πάμπολλα μόνιμα καταφύγια άγριας ζωής σε περιοχές που διαθέτουν πληθυσμό υβριδίων, οπότε, όσα κυνηγιούνται από τις γύρω επιτρεπόμενες περιοχές μοιραία καταφεύγουν εκεί. Επίσης, συνεχίζεται απ’ τον καθένα δίχως κανένα έλεγχο η διατήρηση ημίαιμων χοίρων μέσα σε διάφορους βιότοπους, με αποτέλεσμα τη συνεχή αναπαραγωγή και εξάπλωσή τους. Οι αρμόδιοι οφείλουν να εστιάσουν στην πηγή τους προβλήματος και όχι στην επιφάνεια. Όλα αυτά βέβαια δεν είναι απλά και εύκολα. Απαιτούνται χρονοβόρες και πολυέξοδες διαδικασίες, κάτι που σίγουρα λαμβάνεται υπόψη απ' όλους τους φορείς.
Όμως, θα πρέπει κάποια στιγμή να σταματήσουμε να εθελοτυφλούμε για τους δικούς του λόγους ο καθένας και να λέμε τα πράγματα ξεκάθαρα, όπως είναι και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Το μόνο σίγουρο είναι πως, αφού το πρόβλημα έχει επαναλειμμένως αμεληθεί, παρά τις όποιες κατά καιρούς επισημάνσεις, σε κάποιες περιοχές θα είναι διαρκώς αυξανόμενο και θα χρειαστεί αντιμετώπιση υπό την επιστημονική καθοδήγηση κυρίως δασολόγων - περιβαλλοντολόγων και υπό την συνεργασία δασαρχείων και κυνηγετικών οργανώσεων, στο πλαίσιο στοχευόμενων και εμπεριστατωμένων μελετών. Εντούτοις, τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μια διαφοροποιημένη εικόνα αναφορικά με τον πληθυσμό του είδους. Σε αρκετές περιοχές οι πληθυσμοί επανέρχονται σε μια σχετική ισορροπία, σε κάποιες έχουν μειωθεί αισθητά, ενώ αντιθέτως σε κάποιες άλλες διαρκώς αυξάνονται.
Κατηγορία | ΤΡΙΧΩΤΑ ΘΗΡΑΜΑΤΑ |