Φτάσαμε τις μέρες ανάποδα να μετρούμε, φαντάρια θαρρείς στα τελειώματα τους σ' ακριτικό φυλάκιο, π' αδημονούν οι μέρες φτερά να κάμουν και να βρεθούν στην αγκαλιά της αγαπητικιάς και την στοργή της μάνας. Αμάν και φτάνει η ώρα κείνη, που χέρι θ'απλώσω στην καβάντζα της ντουλάπας με τα κυνηγιάρικα και θα τρέξω την άδεια να πλερώσω, δικαίωμα ακόμη μια νόμιμα να χω, τα μονοπάτια της Θεάς Άρτεμις να διαβώ